Αντίλογος/1994
Αντίλογος ( 03/1994 )




Τεύχος 282

H γη είναι πλούσια, πράσινη, καθαρή. H ατμόσφαιρα, ακόμα και στο κέντρο της πόλης του Ώστεν, πεντακάθαρη. Στον γαλάζιο ουρανό ταξιδεύουν κατάλευκα, ολοζώντανα σύννεφα και πετούν γεράκια και ...αετοί! Στην είσοδο του ξενοδοχείου μικροί ...σκίουροι περιμένουν δωράκια απ’ τους επισκέπτες. Άλλοι ανεβοκατεβαίνουν στις ακακίες του κήπου η κυνηγιόνται στο γκαζόν. Φυσάει πολύ, το κρύο είναι διαβολεμένο, η γρίπη που «άρπαξα» στο ταξίδι και ο πυρετός με κάνουν να ιδρώνω και να τρέμω, αλλά κάνω ότι δεν υπάρχουν.

Είναι βλέπετε η πρώτη φορά στη ζωή μου που έρχομαι στο Τέξας και θέλω να δω, αν οι εικόνες που έβλεπα «ως νέος» στα γουέστερν που προβάλλονταν στον κινηματογράφο «Πανελλήνιον» είχαν κάποια σχέση με την πραγματικότητα. Ποιο απλά ήθελα να δώ που κάλπαζε το άλογο του Τoμ Μιξ της χαμένης νιότης μου. Όλοι μας κουβαλάμε κάτι απ’ εκείνα τα χρόνια γι’ αυτό μη παρεξηγείτε τις αναφορές στον Ράντολφ Σκωτ και στον ...Φου Μαντσού. Ίσως ήταν διαφορετικές αν, κάποιος καλός σκηνοθέτης, έκανε ταινίες για τον Οδυσσέα Ανδρούτσο και τον Στρατηγό Μακρυγιάννη, αλλά, όπως όλοι οι παλιοί γνωρίζουμε, κανείς τους δεν είχε τα κότσια, τις γνώσεις και το ενδιαφέρον να κάνει «ήρωες» τους ήρωες της ελληνικής ιστορίας.

Ας πάρουμε όμως τα πράγματα απ’ την αρχή. Βρέθηκα στο Τέξας για ένα ...σαββατοκύριακο για να οδηγήσω το νέο Κράυσλερ Νίον μετά από πρόσκληση της Κράυσλερ Ελλάς και πρέπει να ομολογήσω οτι δεν το μετάνιωσα. Όπως ίσως διαβάσατε στο προηγούμενο τεύχος το αυτοκίνητο αποτέλεσε μια ευχάριστη έκπληξη αλλά, ακόμα μεγαλύτερη (έκπληξη) αποτέλεσε η επαφή με τη φύση της πολιτείας του Τέξας και γι’ αυτά θα ήθελα να σας μιλήσω σ’ αυτό το σημείωμα.

Και πρώτα απ’ όλα για την καθαριότητα και τον σεβασμό στο περιβάλλον. Θα θυμάσθε ίσως με πόσο καλά λόγια είχα περιγράψει την εντύπωση που μου είχε κάνει η έλλειψη κάθε λογής σκουπιδιού στην ύπαιθρο της πολιτείας της Αριζόνα (όπου είχα επισκεφθεί πάλι με πρόσκληση της Κράυσλερ). Την ίδια και ίσως ακόμα καλύτερη κατάσταση συνάντησα στο Τέξας. H δοκιμή του Νίον έγινε σε μια ειδικά επιλεγμένη (για την μορφολογία των δρόμωνα περισσότερο) διαδρομή 300 χιλιομέτρων που έκανε τους δημοσιογράφους να ταξιδέψουν σε κάθε λογής δρόμο, από τους γνωστούς «ιντερστέιτς» μέχρι τους μικρούς, «επαρχιακούς» και ιδιωτικούς δρόμους που διασχίζουν τα τεράστια ranches της πολιτείας αλλά και τις λεωφόρους της μικρής (με τα αμερικανικά δεδομένα) πόλης του Ώστεν (κατ: 500.000). Και, σ’ όλη αυτή την διαδρομή δεν είδαμε (πάλι) ούτε ένα σκουπίδι, ούτε ένα χαρτί, ούτε ένα αυθαίρετο! Και δεν ήταν μόνο αυτό. Δεν ήταν τα ρυάκια, τα ποτάμια, οι λίμνες και τα δάση... Δεν ήταν τα καταπράσινα η κατακίτρινα χωράφια , τα πρέιρις και τα εκπληκτικά παλιά σπίτια. Όλα αυτά τα περιμένει κανείς σε μια πολιτεία που ίσως περισσότερο από κάθε άλλη, «εκφράζει» το wild West. Αυτό που δεν περιμένει είναι να σταματάει σ’ ένα πρατήριο βενζίνης και στον ουρανό να βλέπει τους αετούς να ανεμοπορούν και τα γεράκια να κυνηγούν το θήραμά τους. Αυτό που τον κάνει να αισθάνεται τύψεις είναι να σταματάει στη μέση του πουθενά και γύρω του να βλέπει κάθε λογής μικρό «άγριο» ζώο να περιφέρεται χωρίς να φοβάται τον άνθρωπο. Μπορεί η Αμερική να έχει πολλά κακά αλλά, μπορεί οι μεγαλουπόλεις της να καταρρέουν από τα κοινωνικά και οικονομικά προβλήματα αλλά, η ύπαιθρος είναι ακόμα «ονειρική» και οι άνθρωποι που ζουν εκεί είναι ακόμα Άνθρωποι με κεφαλαίο Άλφα. Αν στην Ελλάδα υπάρχουν οι Άλλοι Έλληνες στις ΑΠΑ υπάρχουν οι Άλλοι Αμερικανοί, αυτοί οι ευγενείς, καλοκάγαθοι, μη-πονηροί (όπως θα ‘λεγε και ο πρωθυπουργός) πολίτης που υιοθετούν τμήματα των εθνικών οδών και βοηθούν ο ένας τον άλλον σε περιόδους κρίσης (όπως πρόσφατα με τον σεισμό στο Λος Άντζελες). Απορήσατε με τη φράση «υιοθετούν τμήματα των εθνικών οδών;». Ξέρετε τι κάνουν οι άνθρωποι; Διάφορες ομάδες, από δημόσιες και ιδιωτικές επιχειρήσεις, από οργανισμούς αλλά, και από ομάδες πολιτών, αναλαμβάνουν να διατηρήσουν καθαρό ένα τμήμα του εθνικού δρόμου που συνδέει, για παράδειγμα, το Ώστεν με το Ντάλας! Τους είδαμε να καθαρίζουν τα πεσμένα φύλα, να κλαδεύουν τους θάμνους και να περιποιούνται τις όχθες των ποταμών και, γενικά, να διατηρούν το Τέξας (το σπίτι τους) καθαρό και λαμπερό. Και, σαν εγωιστές βαλκάνιοι, αισθανθήκαμε ντροπή που δεν καταφέραμε, χρόνια τώρα, να κάνουμε το ίδιο για την πατρίδα μας. Βέβαια, υπάρχουν δικαιολογίες η μάλλον υπάρχει MIA δικαιολογία: ζούμε σε μια χώρα που διατηρεί τους πολίτες της σε μια κατάσταση διαρκούς παράνοιας.

Πως να σκεφθείς τέτοια πράγματα όταν, για να δεις τι σε περιμένει την επομένη πρέπει απαραίτητα να παρακολουθήσεις τις ειδήσεις των 8.30 της προηγουμένης ημέρας. Όταν δεν ξέρεις τι σε περιμένει την επόμενη στιγμή στην επιχειρηματική, προσωπική και κοινωνική σου ζωή... Πως να προγραμματίσεις τις ώρες σου, τον ελεύθερό σου χρόνο, τις δουλειές σου όταν ένα χάρβαλο, ξεδοντιασμένο και εξωνημένο «κράτος» σου βάζει συνεχώς παγίδες σε ότι κάνεις η σε ότι σκέπτεσαι να κάνεις... Πως θα πάρεις τ’ αυτοκίνητό σου και θα πας να καθαρίσεις όχι την εθνική οδό Αθηνών-Κορίνθου αλλά, το παρκάκι της γειτονιάς σου όταν έχεις να πολεμήσεις τους ...αναδρομικούς φόρους, την αβεβαιότητα, τον φόβο για το αύριο, τα καθημερινά έξοδα που διαρκώς αυξάνονται, τον πληθωρισμό, τους εσωτερικούς και εξωτερικούς κινδύνους...

Καλώς η κακώς οι πολίτες του Τέξας δεν αισθάνονται έτσι. H χώρα τους είναι η μοναδική υπερδύναμη, η πολιτεία τους είναι μεγαλύτερη απ’ την Ελλάδα, οι εργασίες και ο τρόπος ζωής τους είναι «θωρακισμένες» από το σύστημα (με όλα τα θετικά και αρνητικά του στοιχεία) γι’ αυτό κι έχουν την ηρεμία και την γαλήνη να ενδιαφερθούν για άλλα πράγματα. Μπορεί να μην είναι «μικροί περιπλανώμενοι θεοί», να μην ταξιδεύουν με τα αεροπλάνα τους ως ...κυρίες Δημητρίου αλλά, τουλάχιστον τα αεροδρόμιά τους δεν βρωμάνε και η μεταφορά των επιβατών στο Ντάλς Φορτ Γουώρθ γίνεται δωρεάν με το αυτόματο τρενάκι.

Για χρόνια οι διάφοροι δήθεν «προοδευτικοί» λεβέντες (αλλά και οι ηγέτες τους) μας είχαν γανώσει το μυαλό με τον (κομπλεξικό) αντιαμερικανισμό. Όποιον πόλεμο, επέμβαση, λάθος έκανε ο Λευκός Οίκος μεταφερόταν αυτόματα στους «αμερικάνους» και, κατ’ επέκταση, στον λαό. Όποιος τολμούσε να εκφράσει διαφορετική άποψη ριχνόταν στο πυρ το εξώτερο, ήταν «ιμπεριαλιστικό» και «αντιδημοκρατικό» στοιχείο. H ιδεολογική τρομοκρατία εμπόδισε πολλούς (ακόμα και τον υπογράφοντα) να εκφράσουν καθαρά τη γνώμη τους για μια χώρα που, περισσότερο απ’ οτιδήποτε άλλο, έχει κατορθώσει το ακατόρθωτο: να συγκεντρώσει στο έδαφός της (σε αρμονική συμβίωση) όλες τις φυλές και τις κουλτούρες του πλανήτη. Ναι, υπήρξαν (και υπάρχουν ακόμα) φυλετικές διακρίσεις. Ναι, η κοινωνική πρόνοια δεν πλησιάζει τα επίπεδα της Σουηδίας (από την ελληνική πάντως είναι χίλιες φορές καλύτερη). Ναι, τα ναρκωτικά σκοτώνουν και, ναι, κάθε λεπτό δολοφονείται ένας Αμερικανός. Έχετε όμως ποτέ αναρωτηθεί, ποια θα ήταν η εικόνα της Ελλάδας αν στη χώρα οι κατοικούσαν ...260.000.000 «μικροί, περιπλανώμενοι θεοί;» του παρόντος μας;

Μπορείτε να φανταστείτε το ύψος των βουνών των σκουπιδιών; Το εύρος του κοινωνικού ρατσισμού; Την έκταση της απάτης και της φοροδιαφυγής; Τον αριθμό των αυθαίρετων και τελικά τον αριθμό των δολοφονιών, βιασμών και κακοποιήσεων μικρών παιδιών;

Υπερβάλω; Σνομπάρω τον ελληνικό «λαό;» Ξεχνάω την ιστορία του; Δεν νομίζω! Ένα μικρό τμήμα των κατορθωμάτων μας αναδημοσιεύθηκε σε πρόσφατο Εν Λευκώ αλλά, πάρτε ακόμα ένα... Σύμφωνα με ΕΠΙΣΗΜΑ στοιχεία (που δημοσιεύθηκαν στις 10.1.94 σε όλες τις ελληνικές εφημερίδες) και που προέρχονται από το Ινστιτούτο Υγείας του Παιδιού, ένα στα 8 κορίτσια και ένα στα 10 αγόρια στην Ελλάδα είναι θύματα σεξουαλικής παραβίασης πριν την ηλικία των 18 ετών.

Με βάση αυτά τα στοιχεία, - ένα στα 25 κορίτσια και ένα στα 33 αγόρια αναφέρουν ότι έχουν υποστεί βιασμό η είναι θύματα αιμομιξίας - ένας στους 4 δράστες είναι μέλος της οικογένειας - ένας μεγάλος αριθμός νεαρών γυναικών και ανδρών που εκδίδονται και που έχουν επιχειρήσει να αυτοκτονήσει έχουν υποστεί σεξουαλική κακοποίηση. Βγάλτε μόνοι σας τα ποσοστά αν ο πληθυσμός της Ελλάδας ήταν 230 εκατομμύρια και συγκρίνατέ τα μ’ εκείνα των ΗΠΑ. Είμαι σίγουρος ότι, τα ποσοστά της Αμερικής θα είναι μικρότερα.

Τελικά τι γίνεται; Απλά, όπως είπαμε και πιο πάνω, υπάρχει η Άλλη Ελλάδα και η Άλλη Αμερική. Και οι δύο είναι από τις καλύτερες «χώρες» στον πλανήτη αλλά, για το θεό μη μου μιλάτε ούτε για τα ελληνικά ούτε για τα αμερικάνικα ανθρωποειδή. Όσο ελιτίστικο κι αν ακούγεται οι Άλλοι Έλληνες δεν έχουν καμία σχέση με τους Δουρήδες της Ερμιόνης και τους εμπόρους ναρκωτικών της Νέας Υόρκης.

Back to Texas όμως και η εγγλέζικη φράση ας μην εκληφθεί ώς ξενομανία. Μακριά από ‘μένα και από τους 4T. Χεσμένους έχω τους ξένους αφού ξέρω καλά ότι η δική μας γλώσσα, η δική μας ιστορία, η δική μας κουλτούρα, οι δικοί μας Έλληνες είναι αν όχι καλύτεροι τουλάχιστον ίσοι με τους καλύτερους Γάλλους, Άγγλους, Πορτογάλους και Αμερικανούς.

Ας κρατάμε όμως τα μάτια μας ανοιχτά και ας διατηρούμε την ισορροπία μας διαφορετικά ο Ωραίος Άκης και ο Σωτήρης Λε Μπω θα μας πείσουν ότι ο λαός μας είναι ο καλύτερος στον κόσμο (και δεν είναι τουλάχιστον σ’ αυτή τη φάση της ιστορίας του).

Να ‘μαστε λοιπόν να οδηγούμε στη γή που το 1830 ζούσαν οι φυλές των Κομάντσι και Τονκάουα. Να ‘μαστε σε μια ακόμα πολιτεία (και πόλη) που διασχίζει ο ποταμός Κολοράντο (που «κόβει» στα δύο το Ώστεν), που τα μικρά ποτάμια, οι λίμνες και οι πηγές έχουν τα ονόματα των πρώτων αποίκων (Μπάρτον Σπρίνγκς, Γουάλερ κλπ). H ιστορία λέει οτι πρώτος ευρωπαίος κάτοικος του Ώστεν ήταν ένα κάποιος Τζέικομπ Χαρέλ που έχτισε την καλύβα του σ’ ένα σημείο που τώρα είναι η 6η Οδός, ο κεντρικός δρόμους του Ώστεν με τα πιο «καλά» ρεστωράν, τα νάιτ κλαμπς και τα κόφυ χάουζες που, τα σαββατοκύριακα γεμίζουν με το φοιτηταριό του Τέξας Γιουνιβέρσιτυ που βρίσκεται, επιβλητικό και, θεέ μου, καθαρό, λίγα τετράγωνα πιο πάνω. Όχι, δεν επισκέφθηκα κανένα αν και ήθελα να ακούσω ορίτζιναλ «κάντρυ» και πως να επισκεφθώ αφού, το βράδυ του Κυριακής κατάφερα να έχω ...39 πυρετό (το βράδυ του Σαββάτου ήταν το «επίσημο» γεύμα της Κράυσλερ).

Και πως να επισκεφθώ... Ούτε βιονικός να ήμουν δεν θα τα κατάφερνα αφού, φύγαμε απ’ την Αθήνα την Παρασκευή στις 12.30, φθάσαμε (με Ολυμπιακή και φίλους κυβερνήτες στο κόκπιτ του 747) στη Νέα Υόρκη στις 17.30 (ναι;) μόνο για να βρούμε ότι, όλοι οι διάδρομοι του J.F.K είχαν παγώσει και μόνο δύο ήταν σε χρήση και σ’ αυτούς το friction ήταν poor αλλά, οι χειριστές της O.A. δεν είχαν κανένα πρόβλημα να προσγειώσουν το τζάμπο προς μεγάλη (μάλλον) έκπληξη των αεροελεγκτών του αεροδρομίου. Το πρόγραμμα προέβλεπε να πετάξουμε με Αμέρικαν Αιρλάινς στο Ντάλας κι απ’ εκεί στο Ώστεν όπου θα φθάναμε αργά το βράδυ της Παρασκευής αλλά, όταν ταξιδεύω με τον κ. Σωκράτη Μοναχό της Κράϋσλερ Ελλάς όλα πάνε ...στραβά. Οι διάδρομοι του J.F.K πάγωσαν, η πτήση για το Ντάλας ακυρώθηκε και μας είπαν ότι υπήρχε άλλη απ’ το Λα Γκουάρντια που θα προλαβαίναμε μόνο αν τρέχαμε (σαν τρελοί) να προλάβουμε το σχετικό λεωφορείο που τελικά προλάβαμε και φθάσαμε στο αεροδρόμιο, μπήκαμε στο MD 80 αλλά μείναμε μιάμιση ώρα στο άπρον γιατί όλα τα «σλοτ» ήταν πιασμένα. Όταν κάποτε απογειωθήκαμε για την διαρκείας 3.5 ωρών πτήση στο Ντάλας ξέραμε οτι είχαμε χάσει το «κονέξιον» για το Ώστεν πράγμα που μας έκανε ν’ αποδεχθούμε την προσφορά της (ευγενέστατης) κυρίας της AA να περάσουμε την βραδιά στο Χόλιντέϊ Ίν με 35 δολάρια τη βραδιά (βρείτε εσείς ένα αξιοπρεπές ξενοδοχείο στην Ελλάδα μ’ αυτή τη τιμή) πράγμα που βέβαια κάναμε μια και είμαστε «νεκροί» απ’ τη κούραση και την αϋπνία.

Πέσαμε να κοιμηθούμε αλλά, πάλι το βιολογικό μας ρολόγι έθεσε το ερώτημα: τι ώρα πέσαμε; Ώρα Ελλάδος η ώρα Αμερικής; Αντί απαντήσεως ξυπνήσαμε στις 4 τα χαράματα (ώρα Αμερικής) και αφού τηλεφωνηθήκαμε αποφασίσαμε να μείνουμε στα δωμάτιά μας και να «σκοτώσουμε» την ώρα μέχρι τις 6 που έπρεπε να φύγουμε για το αεροδρόμιο για να πάρουμε την πτήση (στις 07.00) για το Ώστεν πράγμα το οποίο κι έγινε τη συνοδεία έντονου ζάπινγκ στα ...100 κανάλια της αμερικάνικης τηλεόρασης.

Στις 06.00 στο «λόμπι» και, εκτός από τον ευγενέστατο και χαμογελαστό οδηγό του λεωφορείου της Αμέρικαν Αιρλάινς, μας περιμένει και ζεστός καφές και, δεν σταματάμε στιγμή τις συγκρίσεις με τα ξινισμένα «μούτρα» που κάνουν τις ίδιες(;) δουλειές στην Ελλάδα.

Τελικά, στις 08.00 φθάνουμε στο αεροδρόμιο του Ώστεν (έλαμπε από καθαριότητα) και στις 9 στο ξενοδοχείο συναδέλφους και φίλους που έφθαναν απ’ την έκθεση του Ντιτρόϊτ (είμαστε καλεσμένοι αλλά δεν πήγαμε γιατί ...διακοπές θα πάρουμε το 2001) και μετά βγαίνουμε στη πόρτα του ξενοδοχείου όπου βλέπουμε τις εικόνες που σας περιέγραψα στην αρχή.

H δοκιμή του Νίον ήταν για την επομένη (Κυριακή) και δεν ξέραμε τι να κάνουμε μέχρι τις 17.00 που έπρεπε να βρισκόμαστε στην «πρες κόνφερανς.» γι αυτό ρωτήσαμε τον «κονζιέρζ» κι αυτός έθεσε στη διάθεσή μας την λιμουζίνα του ξενοδοχείου (που την οδηγούσε ένα τεταρτοετής φοιτητής της Μηχανολογίας) και πήγαμε στο «mall» της περιοχής όχι τόσο για να «ψωνίσουμε» όσο για να δούμε τιμές, να συγκρίνουμε, να δούμε τον κόσμο. Τελικά ψωνίσαμε δυο-τρία πράγματα (αθλητικά παπούτσια, ζώνες και Stetson hats και οι τιμές είναι αστείες σε σύγκριση με την Ελλάδα.

Την Κυριακή στις 08.00 ξεκινήσαμε με τα Νίον για τη δοκιμή (εντυπώσεις διαβάσατε στο προηγούμενο τεύχος) και, μετά από μια επίσκεψη σε μια αεροπορική βάση όπου με τον Λέοναρντ Σετράιτ οδηγήσαμε και φωτογραφίσαμε τ’ αυτοκίνητα μέχρι που οι άνθρωποι της Κράυσλερ να μας χαρακτηρίσουν «crazy Εuropeans» επιστρέψαμε στο ξενοδοχείο. Λίγη ώρα για ένα μπάνιο και αμέσως στα Νίον (που οδηγούσαν πάλι, χωρίς κόμπλεξ, φοιτητές και φοιτήτριες του Τέξας Γιουνιβέρσιτυ, πήγαμε σ’ ένα ωραίο εστιατόριο για το «επίσημο» δείπνο του αποχαιρετισμού. Το πρωί της Δευτέρας πήγαμε πάλι στο αεροδρόμιο του Ώστεν, πήραμε το αεροπλάνο για το Ντάλας κι απ’ εκεί άλλο για το J.F.K όπου φθάσαμε στις 5 το απόγευμα. Μέχρι το βράδυ μείναμε στην αίθουσα «μπίζνες» της Λουφτχάνσα (που κάνει το handling της O.A. στη Νέα Υόρκη) γράφοντας στο φορητό και καταπίνοντας Contac και αντιβιοτικά και, στις 10.30 επιβιβαστήκαμε πάλι στο τζάμπο της Ολυμπιακής για την πτήση προς την Αθήνα όπου φθάσαμε στις 14.30 το μεσημέρι της Τρίτης. Μισή ώρα αργότερα είμαστε στο γραφείο και στις 4 στο Πολυτεχνείο στου Ζωγράφου για μια σύσκεψη με τον αντιπρύτανη που τελείωσε στις 6 το απόγευμα. Στις 8 το βράδυ της Τρίτης φθάσαμε τελικά στο σπίτι, τρέμοντας από τον πυρετό και τα ρίγη και την επομένη το πρωί είμαστε πάλι στους 4T για να παραδώσουμε κείμενα και σλάιντς και να αντικαταστήσουμε τους συνεργάτες μας που έφευγαν για άλλα, παρόμοια ταξίδια στην Ευρώπη.

Ούτε για μια στιγμή μη θεωρήσετε ότι, οι παραπάνω γραμμές γράφτηκαν για να «ηρωποιήσουν» όσους κάνουν αυτή τη δουλειά. Όλοι οι άνθρωποι που έχουν σκοπούς και στόχους στη ζωή τους με τον ίδιο, εξοντωτικό ρυθμό εργάζονται. Οι γραμμές αυτές γράφτηκαν σαν «απάντηση» σ’ όλους αυτούς τους κηφήνες που περιμένουν να βρουν την επιτυχία στην τσέπη του παντελονιού τους όταν ...πεταχτούν απ’ το κρεβάτι στις 12 το μεσημέρι. Σ’ όλους αυτούς που δεν τους «καταλαβαίνουν», που έχουν «ψυχολογικά προβλήματα», που νομίζουν ότι κάποιες αόρατες δυνάμεις τους εμποδίζουν να επιτύχουν επαγγελματικά, οικονομικά, κοινωνικά. There is no such a thing as a free lunch όπως λένε και οι αμερικανοί και, αυτό ισχύει σε όλες τις περιπτώσεις. Αν λοιπόν είσαστε κάτω των 20 και έχετε αμφιβολίες η φόβους για το πώς θα πάνε τα πράγματα στη ζωή σας σκεφθείτε ότι εσείς είσαστε οι αποκλειστικοί χειριστές του παρόντος και του μέλλοντός σας. Μπορεί να βρεθεί κάποιος που θα μας χαρακτηρίσει παλιομοδίτες, αλλά η αλήθεια παραμένει: τίποτα δεν προσφέρεται δωρεάν σ’ αυτό το κόσμο._Κ.Κ.

 

ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΙΣΤΙΚΑ KAI ΑΛΛΑ
Επαφές 1ου, 2ου και 3ου τύπου τον μήνα που πέρασε

Kάνεις ένα βήμα εμπρός κι ένα πίσω. Την κοιτάς με θαυμασμό, με ζήλια, αλλά αισθάνεσαι και ...τύψεις γι αυτό που κάνεις. Τι δουλειά έχεις, εσύ, κάτοικος μιας χώρας που το δημόσιο χρέος έχει ξεπεράσει το 162% σαν ποσοστό του εθνικού εισοδήματος, που η μιζέρια (πολιτική, οικονομική , κοινωνική, τεχνολογική) διατρέχει τις φλέβες του αποκαλούμενοι κοινωνικού ιστού να βρίσκεσαι κοντά όχι σε μια, αλλά σε ...πέντε Φεράρι; Κι ακόμα χειρότερα...Τι δουλειά έχεις να κάθεσαι στο τιμόνι μιας 348 και μιας Τεσταρόσα και να οδηγείς από την Αθήνα στη Τρίπολη για να λάβεις μέρος στην παρουσίαση του προηγούμενου τεύχους; Δεν είναι άραγε οι Φεράρι εργαλεία του πιο «απάνθρωπου» καπιταλισμού; Δεν είναι παιχνίδια των «πλουτοκρατών;».

Είναι...Αυτά κηρύσσουν οι συμπλεγματικοί, οι άνθρωποι που δεν ενοχλούνται όταν αγοράζουν απ’ τα ελληνικά περίπτερα σπίρτα φτιαγμένα στην Κορέα και καρφίτσες φτιαγμένες στην Ινδία, αλλά «παθαίνουν» όταν σε βλέπουν σε μια Φεράρι επειδή, το μόνο που μπορούν να δουν, οι θλιβεροί, είναι το σχήμα και η δραχμική τιμή του αυτοκινήτου κι όχι τι κρύβεται πίσω απ’ αυτό.

Θα ‘χετε βαρεθεί να μ’ ακούτε, 24 χρόνια τώρα, να επαναλαμβάνω τα ίδια πράγματα, αλλά όσο περνούν τα χρόνια και η εθνική μιζέρια μεγαλώνει, τόσο αισθάνομαι την ανάγκη να τα επαναλαμβάνω. Γιατί, για μένα τουλάχιστον, μια Φεράρι δεν είναι μόνο μένα γρήγορο και καλό αυτοκίνητο. Για μένα (και για όσους μιλούν τη γλώσσα μιας άλλης Ελλάδας) μια Φεράρι είναι οτι και η δουλειά των καλών και ταπεινών ερευνητών μας στα Πανεπιστήμια. Μια Φεράρι είναι η νίκη του Καλού πάνω στο Κακό. H προσπάθεια ενός η περισσότερων ανθρώπων να κάνουν πραγματικότητα τα όνειρά τους, να τιμήσουν την πατρίδα τους και την ιστορία της, να βγουν απ’ το τέλμα, να δηλώσουν (με τον δικό τους τρόπο) ότι είναι κι αυτοί εδώ.

Πρέπει κάποτε να δείτε με πόση αγάπη είναι σχεδιασμένα (και φτιαγμένα) αυτά τ’ αυτοκίνητα. Πρέπει να καθίσετε πίσω απ’ το τιμόνι τους και να τα οδηγήσετε (με 250 χιλιόμετρα την ώρα) για να δείτε την λιτή, σπαρτιάτικη συμπεριφορά τους, τον τρόπο που στέκονται στο δρόμο κι εκτελούν τις εντολές και τις κρυφές επιθυμίες του οδηγού. Αν τα βλέπετε σαν μέσα για κοινωνική προβολή τότε μη διαβάζετε παρακάτω. Οι πιο όμορφες στιγμές για μένα δεν ήταν στο αεροδρόμιο της Τρίπολης όταν οι Τσίγκερ και Στρατισίνο τις οδηγούσαν στο «όριο» (τι ανόητος όρος τελικά!) αλλά το πρωί που πηγαίναμε νότια, που η εθνική οδός απ’ την Κόρινθο μέχρι την Τρίπολη ήταν «άδεια» και το απόγευμα που επιστρέφαμε που είμαστε οι μοναδικοί χρήστες του δρόμου.

Ιδιαίτερα το απόγευμα. Πήγα με την 348 και επέστρεψα με την Τεσταρόσα, με τον Δημήτρη Ρακόπουλο, τον γιατρό που τις κατέχει και τις τιμάει γι αυτό που είναι κι όχι γι αυτό που φαίνονται. Την οδηγούσα με 100-120 χιλιόμετρα έχοντας στ’ αυτιά μου τον ήχο του δωδεκακύλινδρου κινητήρα και στα μάτια μου τους απαλούς, καταπράσινους όγκους των βουνών της Πελοποννήσου κι ένα φως που έμοιαζε μαγικό.

«Βλέπεις ομορφιά;» είπε κάποια στιγμή ο γιατρός και ήταν σαν να έβαλε ένα μαχαίρι σε μια πληγή που μένει ανοιχτή χρόνια τώρα. Τι πληγή; Αυτή που έγινε απ’ την ανικανότητά μου να ρυθμίσω έτσι την ζωή μου ώστε να μπορέσω να πάρω κι εγώ ένα αυτοκίνητο και να κάνω ότι κι ο Νίκος Δήμου. Να επισκεφθώ την ψυχή της πατρίδας μου.

Φαντασθείτε...Την γαλήνη του δειλινού, την απουσία κυκλοφορίας, τον ήχο απ’ το δημιούργημα των δοσμένων μηχανικών που σχεδίασαν τον, αγωνιστικών προδιαγραφών, κινητήρα, τα αιώνια βουνά, την μουσική (ξέχασα τι μας συνόδευε γιατρέ στο κασετόφωνο), το ταξίδι, την Τέλεια Διαδρομή (συγγνώμη Νίκο Δήμου για το λάθος μου να μην επιβεβαιώσω το πρωινό μας ραντεβού. Αυτή η διαδρομή ήταν και δική σου). Οδηγούσα και ταξίδευα πίσω στο χρόνο, στην εποχή που στα παλιά περιοδικά και στα βιβλία έβλεπα τις GTO κι ονειρευόμουν (τρομάρα μου) να γίνω κι εγώ σχεδιαστής-μηχανικός. Οδηγούσα και ρουφούσα κάθε στιγμή αφού ήξερα ότι, μόλις φθάναμε στην Αθήνα, τα «πρέπει» και οι «τύψεις» για τα όσα γίνονταν γύρω μου θα με γύριζαν στην πραγματικότητα. Κι αυτό κι έγινε...Μπήκαμε στην πόλη απ’ την Αγίου Κωνσταντίνου, την Ομόνοια και την Σταδίου και, απ’ το δεξί κάθισμα (οδηγούσε ο κύριός της) παρατηρούσα τα πρόσωπα των μπαϊλντισμένων ανθρώπων που περίμεναν στις στάσεις κι ήθελα ν’ ανοίξει η γη να με καταπιεί. Ποιος ήμουν εγώ που είχα την τύχη να κάθομαι σε μια Φεράρι. Και τι δουλειά είχε μια Τεσταρόσα μέσα σ’ αυτή την δυστυχία; Καμιά.

Δεν «κολλάνε» αυτά πράγματα. Δεν ταιριάζουν. Θα αισθανόμουν καλύτερα αν, εκτός απ’ την ΦΑΓΕ και την MHXANIKH, την INTPAKOM και την δουλειά που γίνεται στα εργαστήρια των Πολυτεχνείων (όχι όλων) υπήρχαν στην Ελλάδα εκατοντάδες άλλες εταιρίες και δημιουργοί, αλλά τα 10-20 χελιδόνια δεν φέρνουν την άνοιξη (και δεν διώχνουν τις ''ενοχές'' μου). Για να μη σας τα πολυλογώ, κάποια στιγμή φτάσαμε στο γκαράζ, τις κλειδώσαμε και τις σκεπάσαμε και πήγαμε σπίτι κουρασμένοι, αλλά κι ευχαριστημένοι γιατί, δεν είναι συχνά που σου δίνεται η ευκαιρία να οδηγήσεις τα όνειρά σου.

Όμως η ζωή δεν είναι μόνο Τέλειες Διαδρομές. Στο μήνα που πέρασε είχα την ευκαιρία να οδηγήσω κι άλλα αυτοκίνητα. Και πρώτα απ’ όλα ξαναοδήγησα το νέο «μικρομέγαλο» Φίατ Πούντο και επιβεβαίωσα τις αρχικές μου εντυπώσεις. Θυμηθείτε το... Στο Πούντο η Φίατ έχει, μετά από ένα μεγάλο διάστημα δημιουργικής και σχεδιαστικής αφασίας, ένα «νικητή». Το αυτοκίνητο είναι πολύ καλά φτιαγμένο με αποτέλεσμα να μην «τρίζει», να μην «κοπανάει», να προσφέρει εντυπωσιακή άνεση σε οδηγό και επιβάτες και πολύ καλή οδική συμπεριφορά. Οι Ιταλοί διόρθωσαν, επιτέλους, και το κιβώτιο που είναι ακριβές και γρήγορο και εφοδίασαν το Πούντο με όλα τα συστήματα και παρελκόμενα που συναντάει κανείς μόνο σε μεγαλύτερα αυτοκίνητα. Το πόσο καλό είναι αποδείχτηκε κι από το γεγονός ότι όλοι οι συντάκτες του περιοδικού το «ήθελαν» για τις καθημερινές τους μετακινήσεις. Όπως σωστά αναφέρθηκε στην δοκιμή που δημοσιεύθηκε στο προηγούμενο τεύχος, οι σχεδιαστές και οι μηχανικοί της Φίατ ανασκουμπώθηκαν και, η χαμένη «τιμή» επέστρεψε στο Γκρούπο.

Πρόσθετη απόδειξη είναι και η νέα Λάντσια Δέλτα HF, ένας πενταθέσιος «πύραυλος» 190 ίππων που μου άφησε από καλές έως άριστες εντυπώσεις για δυο λόγους: α. για την εξαιρετική ποιότητα κατασκευής (τίποτα δεν λείπει και τα Ρεκάρο με την αλκαντάρα είναι θαυμάσια) και β: για τον κινητήρα στρόβιλο που διαθέτει. Σαφώς ποιό γρήγορη από την Δέλτα Ιντεγκράλε (190 ίπποι και ελαφρότερο αμάξωμα) η Άκκα Έφφε προσφέρει ένα ιδιότυπο συνδυασμό. Ανέσεις και καταιγιστικές επιδόσεις. Εκεί που τα «μπερδεύει» λίγο είναι στο «πάντρεμα» κινητήρα-πλαισίου. Έχω την εντύπωση ότι το πλαίσιο (το σασί που λέμε) δεν μπορεί να «παρακολουθήσει» τον οδηγό που θα θελήσει να εξαντλήσει τις δυνατότητες του κινητήρα. H ανάρτηση για παράδειγμα, δεν διαθέτει την «φινέτσα» της Ιντεγκράλε παρά το γεγονός οτι είναι ρυθμιζόμενη. Ίσως, όλα αυτά που λείπουν στην Άκκα Έφφε να υπάρχουν στη νέα Δέλτα Ιντεγκράλε. Πάντως, όταν οι τετράτροχοι σαλίγκαροι στραγγαλίζουν τον δρόμο, βρίσκεις ένα άνοιγμα στην κυκλοφορία και, σε λιγότερο από 3 δευτερόλεπτα, είσαι μόνος, μακριά απ’ τον θανάσιμο κίνδυνο.

Όμως οι ευχάριστες (οδηγικές) εκπλήξεις δεν σταμάτησαν στην HF. Λίγες μέρες αργότερα πήραμε για δοκιμή μια BMW M5, ένα απ’ εκείνα τα αυτοκίνητα που, οι αυτοκινητιστικοί κονδυλοφόροι του ...2030 θα αναφέρουν σαν πρότυπο της καλής εποχής της αυτοκίνησης. Δεν θα σας πως τίποτα για τον άψογο τρόπο που είναι φτιαγμένο. Όταν κανείς πληρώνει τόσα χρήματα απαιτεί (και παίρνει) το τέλειο. Εκείνο που χαρακτηρίζει το μεγάλο, πενταθέσιο αυτοκίνητο είναι ο κινητήρας και η «θηριώδης» ροπή του. Είναι χαρακτηριστικό ότι, μπορείς να κινηθείς με πέμπτη και ...900 σ.α.λ και, αν χρειασθεί, να επιταχύνεις (πάντα με 5η) στα 200 χ.α.ω χωρίς ο κινητήρας να «διστάσει» σ’ όλη την κλίμακα των στροφών. Τα φρένα, το κράτημα (στο στεγνό, γιατί στους βρεγμένους ελληνικούς δρόμους η M5 χρειάζεται μεγάλη προσοχή) και γενικά η οδική συμπεριφορά αυτού του «διαμαντιού» είναι πέρα από κάθε κριτική. Προσθέστε και την παραδειγματική παθητική ασφάλεια (αερόσακος για τον οδηγό και η γνωστή αντοχή των BMW στις επαφές με κινητά και ακίνητα και να ο θάλαμος επιβίωσης που χρειάζεται ο σύγχρονος οδηγός). Είναι κρίμα που, τα «τεκμήρια»/ και οι λοιπές βλακείες των διαφόρων «μάγων» της οικονομίας καθιστούν αυτά τα αυτοκίνητα απαγορευτικά για τους πολλούς. Αν όμως έχετε την δυνατότητα ν’ αγοράσετε ένα τέτοιο αυτοκίνητο δείτε την M5. Θα σας θυμίσει την χαμένη σας νιότη.

Μπε Εμ Βε συνέχεια... Ένα από τα αυτοκίνητα που έχουμε στο περιοδικό για δοκιμή μακράς διαρκείας είναι μια τετράθυρη BMW 316i. «Για έξη μήνες δικό σας και φροντίστε να το επιστρέψετε ...ολόκληρο». Τα σχόλια των συναδέλφων στο περιοδικό έχουν να κάνουν με το σπίτι που μένω στα Μεσόγεια και τον χωματόδρομο των 800 μέτρων που, με τις τελευταίες βροχές, μεταβλήθηκε σε διαδρομή του Κάμελ Τρόφυ.

Αν θυμάσθε είχα μια από τις πρώτες BMW της Σειράς 3 (μια 318i) για την οποία κάθε άλλο παρά καλά σχόλια είχα γράψει. Τα χρόνια πέρασαν, οι -πολλές- ατέλειες της σειράς 3 βελτιώθηκαν και η 316i ουδεμία σχέση έχει με το αυτοκίνητο που οδηγούσα επί ένα χρόνο περίπου (και που πούλησα για ν’ αγοράσω μια απ’ τις φαντασιώσεις μου, την Δέλτα Ιντεγκράλε). Το σύστημα διεύθυνσης δεν παρουσιάζει πλέον τα φαινόμενα ασάφειας στο φρενάρισμα, τα φρένα έχουν τέλεια αίσθηση και ο κινητήρας των 100 ίππων διαθέτει άφθονη ροπή στην 3η και στην 4η (14,4 Kgm στις 5.000 σ.α.λ) που επιτρέπει άνετα προσπεράσματα. Αν σ’ αυτά προσθέσουμε και την άψογη ποιότητα κατασκευής και τα πολύ καλά οδικά χαρακτηριστικά τότε καταλήγουμε στο -αμάχητό μας- συμπέρασμα: αν μπορεί κάποιος να διαθέσει τα παραπάνω χρήματα για την αγορά μιας BMW πρέπει να το κάνει όχι για να αποκτήσει «πρεστίζ» αλλά για να οδηγεί ένα ενιαίο και ασφαλές (ενεργητικά και παθητικά) σύνολο. Στους επόμενους μήνες θα σας πω περισσότερα για την συμβίωσή μου με την 316i.

Μετά από την -τραυματική- εμπειρία που είχα οδηγώντας το Άουντι 80 των ...71 ίππων είχα «φαγωθεί» να δοκιμάσω το 80/100PS. Το πήρα λοιπόν για λίγες ημέρες και, σαν τον Γαλιλαίο ανέκραξα «κινείται», αλλά μόνο αν διατηρείς τον κινητήρα στη ροπή (3.200-6.000 σ.α.λ). Στις χαμηλές στροφές στην 2α, 3η και 4η σου δίνει την εντύπωση ότι δεν μπορεί να «αναπνεύσει» (ροπή: 13,3 Kg.m στις3200 σ.α.λ) αλλά, η κριτική σταματάει εδώ. H ποιότητα κατασκευής; Άριστη.. H παθητική ασφάλεια; Το ίδιο. Το κράτημα δρόμου και τα φρένα; Ευχάριστες εκπλήξεις. Ένα πολύ καλό, αλλά άχρωμο και άοσμο αυτοκίνητο που όμως ποτέ δεν θα προδώσει τον politically correct που το επέλεξε._Κ.Κ.

 

EXOTIC ILLUSIONS LTD
Στην οθόνη σκυμμένοι θεϊκά δεμένοι με την οικουμένη

Όταν άνοιξα το γράμμα και το γραφείο μου γέμισε απ’ τις φωτογραφίες των αυτοκινήτων που κατασκευάζει ο Δημήτρης Κορωναίος από το Ντίκσον Σίτι της Πενσυλβάνια δε πίστευα τα μάτια μου. Τρεις Λαμποργκίνι Κουντάς, μια Φεράρι Τεσταρόσα, μια απαστράπτουσα Άλφα V6 3.000, μια Πόντιακ Φιέρο τούρμπο, Πόρσε 911 κλπ. Στην αρχή σκέφθηκα οτι πρόκειται για κάποιον πλούσιο Έλληνα της διασποράς που έστειλε στο περιοδικό τις φωτογραφίες των αυτοκινήτων του. Μόλις όμως διάβασα την ζεστή, γραμμένη σε αμερικανοελληνική γλώσσα επιστολή του κατάλαβα ότι είχα να κάνω μ’ έναν ακόμα «τρελό», με έναν απ’ εκείνους τους Έλληνες που κάνουν πολλούς ξένους να φαντάζουν σαν καρικατούρες. Γιατί; Διότι, όλα αυτά τ’ αυτοκίνητα (μερικά βλέπετε στις φωτογραφίες) ο Δημήτρης τα ‘χει φτιάξει με τα ίδια του τα χέρια με την βοήθεια ενός φίλου όπως μου γράφει.

Πότε τα φτιάχνει; Μα, όταν τελειώνει τη δουλειά του στο donut shop που διατηρεί στο Ντίκσον. Όταν γυρίζει σπίτι και, απαλλαγμένος απ’ τα άγχη και τις αγκυλώσεις της ζωής στη χώρα της φαιδράς πορτοκαλέας, κάνει το κέφι του και κερδίζει και χρήματα.

«Σου στέλνω αυτές τις φωτογραφίες» γράφει. «Έχω donut shop εδώ και 20 χρόνια, αλλά η τρέλα μου όπως και η δική σου είναι τ’ αυτοκίνητα. Έχω δικά μου καλούπια και φτιάχνω Lambο Countach. Έχω κάνει 30 κιτ και τελειωμένα είναι έξη, αυτά στις φωτογραφίες» .

 

Το πως τα φτιάχνει ο δαιμόνιος συμπατριώτης το εξηγεί στο γράμμα του. «Αρχινάμε με το GM Pontiac Fiero. Είναι το μόνο με πίσω μηχανή V6 2.8...Τελείωσα τέσσερα αυτόματα και ένα 5 speed. Τώρα φτιάχνω ένα 5 speed με τούρμπο για ένα εξάδελφο και ένα automatic πάλι για Έλληνα...Έχω κάνει και το Daytona πάνω σε Κορβέτ. Πολύ γρήγορο. Το πούλησα. Το έκανα γιατί, η γυναίκα μου ...έτρεχε πολύ και τό έχασε...Έχω και Ferrari 308 GTB4, Pantera Custom και Ford A 1931...Εύχομαι να μπορείς να καταλάβεις γιατί έφυγα μικρός. Πήγα μόνο 5 τάξεις στην Ελλάδα...»

Και βέβαια μπορώ να καταλάβω Δημήτρη. Έφυγες και πήγες σε μια χώρα που σου επιτρέπει να κάνεις τη δουλειά σου και το χόμπι σου. Αν έμενες εδώ ίσως γινώσουν ένας καλός φανοποιός η, ακόμα χειρότερα, ένας από τους 800.000 δημόσιους υπαλλήλους που τόσα προσφέρουν στην Ελλάδα. Νάσαι καλά που μπορείς και φτιάχνεις αυτά που φτιάχνεις (έστω κι αν μια «Φεράρι» με πλαίσιο και κινητήρα Πόντιακ λίγο απέχει από την ...ιεροσυλία). Να ‘σαι καλά και, όταν έλθεις όπως λες στην Ελλάδα το καλοκαίρι, να μας επισκεφθείς με ένα από τα δημιουργήματά σου._Κ.Κ.



      'Αλλα 'Αρθρα

 
     
  Σχεδίαση, Φιλοξενία: Τεχνόπολις Α.Ε. - © 2006-2008 Powered by